Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

τιμωρίᾳ τινά

См. также в других словарях:

  • δίκη — Με τον όρο δ. υποδηλώνεται το σύνολο των πράξεων οι οποίες αποτελούν την ιδιαίτερη εκείνη νομική σχέση που ονομάζεται δικονομική σχέση και αναπτύσσεται μεταξύ των ενδιαφερομένων μερών και των δικαστικών οργάνων του κράτους προς τον σκοπό της… …   Dictionary of Greek

  • επιείκεια — Όρος που στην περιοχή του δικαίου έχει προσκτήσει ποικίλες έννοιες. Στην αριστοτελική ηθική φιλοσοφία (Ηθικά Νικομάχεια, κεφ. Ε 14.1137 b, 26 επ.) το «επιεικές» είναι η βαθύτερη, πληρέστερη, περιεκτικότερη πραγμάτωση της δικαιοσύνης, που ο νόμος …   Dictionary of Greek

  • ευθύνη — (Νομ.). Ο όρος σημαίνει τη κατάσταση στην οποία βρίσκεται ένα άτομο που παραβίασε μια συμβατική υποχρέωση ή προκάλεσε ζημία με κάποια πράξη ή παράλειψή του αντίθετη είτε στον νόμο είτε στα ιδιαίτερα καθήκοντά του. Η έννοια της ε. έχει διάφορες… …   Dictionary of Greek

  • παράδοση — η / παράδοσις, όσεως, ΝΜΑ [παραδίδω] 1. η ενέργεια και το αποτέλεσμα τού παραδίδω, η απόδοση (α. «έγινε η παράδοση τού εμπορεύματος» β. «η παράδοση τού ταμείου» γ. «ἡ παράδοσις τῶν χρημάτων», Αριστοτ.) 2. η παραχώρηση, η μεταβίβαση τής εξουσίας… …   Dictionary of Greek

  • ταγή — η, ΝΜΑ, και ταή Ν νεοελλ. μσν. μερίδα τροφής ζώων, ταΐνι αρχ. 1. πρώτη γραμμή, μέτωπο μάχης 2. ο τόπος, η επαρχία που τελούσε υπό την εξουσία ενός αρχηγού («πότε καὶ τίνα παρὰ τῶν σατραπῶν ἐν τῇ ταγή ἐκλαβόντι», Αριστοτ.) 3. διαταγή, εντολή 4.… …   Dictionary of Greek

  • υπόκειμαι — ὑπόκειμαι, ΝΜΑ [κεῑμαι] 1. κείμαι, βρίσκομαι από κάτω (α. «τα υποκείμενα στρώματα υποχώρησαν» β. «τοιαύτης κρηπίδος ὑποκειμένης αὐταῑς», Πλάτ.) 2. είμαι υποταγμένος σε κάποιον, εξαρτώμαι από κάποιον (α. «υπόκειται στον νόμο» β. «ὑποκεῑσθαι τῷ… …   Dictionary of Greek

  • Αυστραλία — Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό και τον Ειρηνικό ωκεανό, που περιλαμβάνει την ομώνυμη μεγάλη νήσο του νότιου Ειρηνικού (λόγω του μεγέθους θεωρείται ηπειρωτικό έδαφος), την Τασμανία και άλλα νησιά.Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»